Η οργάνωση του χώρου στην Αγία Μαρίνα. Ονόματα και δρόμοι
Επιλεγμένα αποσπάσματα σε συνέχειες από την τροποποιημένη μονογραφία (διδακτορική διατριβή) του Γιώργου Βοζίκα: «Η συνοικία της Αγίας Μαρίνας στην Ηλιούπολη και το πανηγύρι της. Η καθημερινή ζωή και ταυτότητα της πόλης», Αθήνα, 2009.
Η Αγία Μαρίνα ή «Αγιά-Μαρίνα», όπως συνηθίζουν να την αποκαλούν οι κάτοικοί της, θεωρείται σήμερα ως μια από τις πολυπληθέστερες και πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές της Ηλιούπολης. Χτισμένη στην άκρη της Άνω Ηλιούπολης μακριά από τον κεντρικό οδικό άξονα της περιοχής γνωρίζει μια ιδιάζουσα μορφή χωρικής αποστασιοποίησης από τον υπόλοιπο δήμο με κοινωνικές και οικονομικές προεκτάσεις. Η γεωφυσική διαμόρφωση της περιοχής συντελεί, ώστε στην πρώτη εντύπωση που αποκτά κάποιος για τη συνοικία να κυριαρχεί ο παράγοντας των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του εδάφους.
Το έδαφος που πατάει ο περιπατητής δεν περνάει απαρατήρητο, είναι ανηφορικό και κουραστικό για το σώμα, τον αναγκάζει να το προσέξει, να σταματήσει για λίγο επάνω του, να κοιτάξει γύρω του, ώσπου να ξεκουραστεί και να συνεχίσει. Τα σπίτια απλώς ακολουθούν τις εδαφολογικές διακυμάνσεις του περιβάλλοντος χώρου. Το χειμώνα στα στενά της συνοικίας δυνατά ρεύματα κρύου αέρα κατεβαίνουν από τον Υμηττό και παγώνουν το πρόσωπο. Αμέτρητα σκαλοπάτια για να φτάσει κάποιος στο σπίτι του. Στην Αγία Μαρίνα, το έδαφος επιβάλλει το δικό του ρυθμό, έναν ρυθμό ξένο προς τον βιαστικό ρυθμό της σύγχρονης εποχής. Όσο πλησιάζουμε στα άκρα της πόλης – εκεί που το τσιμέντο, το λείο, το αδιαπέραστο και το πολύβουο ενώνεται με τα νεροφαγώματα, τις πέτρες, τις μυρωδιές, τον αέρα και την ησυχία του βουνού – τόσο περισσότερο αυτό εξουσιάζει.
Στη συνοικία της Αγίας Μαρίνας υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους οργανώνεται και γίνεται αντιληπτός ο χώρος. Κάποιοι από αυτούς έχουν την υποστήριξη των επίσημων θεσμών του κράτους και κάποιοι διαμορφώνονται ανεπίσημα από τους ίδιους τους κατοίκους της συνοικίας. Δύο είναι αυτοί που επικρατούν και συμβιώνουν, συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλο. Ο πρώτος, αναφέρεται στην οργάνωση του χώρου σύμφωνα με τις τεχνοκρατικές υπηρεσίες του δήμου και έχει ως κύριο γνώμονα την ικανοποίηση των πρακτικών αναγκών των κατοίκων στην καθημερινή τους διαβίωση. Ο δεύτερος τρόπος οργάνωσης του χώρου, πραγματώνεται από τους ίδιους τους κατοίκους. Πρόκειται για μια δυναμική οργάνωση, η οποία έρχεται «από τα κάτω», και έχει ως βάση τις κοινωνικές και πολιτισμικές αξίες της ίδιας της κοινότητας που κατοικεί σε αυτόν και του δίνει νόημα. Η σχέση αυτών των δύο συστημάτων οργάνωσης του χώρου δεν είναι πάντα ευδιάκριτη μέσα στη ροή της καθημερινότητας και συχνά εμπλέκονται μεταξύ τους, συμπληρώνοντας το ένα το άλλο. Στα συστήματα αυτά, το όνομα, οι δρόμοι και οι πλατείες έχουν καθοριστικό ρόλο.
Η περιοχή της Αγίας Μαρίνας πριν την ίδρυση της εκκλησίας της ονομαζόταν είτε με το επίσημο όνομά της (Ε΄ Τομέας) είτε με το τοπωνύμιο της περιοχής («Κοπανάς» ή «Πηγάδα»). Από την ίδρυση της εκκλησίας και μετά, η συνοικία εισήλθε σε μια διαδικασία ποιοτικής μεταστροφής του χώρου της, κατάληξη της οποίας ήταν η ταύτισή της με την εκκλησία και την αγία στην οποία ήταν αυτή αφιερωμένη, την αγία Μαρίνα. Από τότε η συνοικία άρχισε σταδιακά να ονομάζεται «Αγία Μαρίνα» και να ξεχωρίζει αμέσως από τις άλλες περιοχές της Ηλιούπολης από το γεγονός ότι έχει ένα συναισθηματικά και πολιτισμικά φορτισμένο όνομα.
Αντίθετα, οι άλλες περιοχές του δήμου ονομάζονταν μέχρι τότε με τα ουδέτερα ονόματα των Τομέων στους οποίους ήταν μέχρι τότε χωρισμένος ο δήμος ή συμπληρωματικά με τα ονόματα «Άνω Ηλιούπολη» και «Κάτω Ηλιούπολη». Το συγκεκριμένο όνομα της συνοικίας είναι, έμμεσα, αναγνωρισμένο και από τις διοικητικές αρχές, αφού κυρίως αυτό χρησιμοποιείται στην επικοινωνία των υπηρεσιών τους. Ακόμη υπάρχει και ειδική συγκοινωνιακή γραμμή, με το όνομα «Αγία Μαρίνα», που διατρέχει κατά μήκος όλη τη συνοικία. Όλα αυτά δίνουν μια αίσθηση ιδιαίτερης ταυτότητας στην περιοχή μέσα στο ευρύτερο διοικητικό πλέγμα του δήμου.
Συμμετοχή πολιτισμικών συντελεστών στην οργάνωση του χώρου, μέσω της ονοματοθεσίας, παρατηρείται και στις γειτονιές της συνοικίας, στους δρόμους και στις στάσεις των λεωφορείων της. Στη συνοικία της Αγίας Μαρίνας τα ονόματα των στάσεων υποδηλώνουν την πρωταρχική δόμηση του οικισμού και τα σημεία εκείνα που αναδείχτηκαν ως τοπόσημα στην πρώτη οργάνωση του χώρου. Η διαδικασία ονοματοθέτησης ποικίλλει. Άλλοτε προτιμάται για να δοθεί ως τοπωνύμιο το όνομα του προσώπου που είχε κάποιο κατάστημα κοντά στο σημείο της στάσης («Γιώργου»).
Άλλοτε πάλι το όνομα της στάσης δηλώνει το κτίσμα που υπήρχε κοντά στη στάση («Γεφυράκι») κ.λπ. Η ονοματοθεσία ως χωροθετική πρακτική πολιτισμικού χαρακτήρα γνωρίζει ιδιαίτερη έμφαση στα ονόματα των οδών της συνοικίας. Στην περιοχή υπάρχουν ακόμη κάποιοι δρόμοι που έχουν διατηρήσει το όνομα που τους έδωσαν οι πρώτοι οικιστές τους. Δίπλα σε αυτές τις περιπτώσεις δρόμων μπορούν να συγκαταλεχθούν και εκείνοι οι δρόμοι οποίοι, αν και είχαν άλλη ονομασία, εκ των υστέρων πήραν το όνομα κάποιου κατοίκου που έμενε στη συγκεκριμένη οδό. Συνήθως πρόκειται για άτομα ευρείας αποδοχής στην τοπική κοινωνία της συνοικίας.
Στις περιπτώσεις αυτές ο δήμος, για να τιμήσει τα συγκεκριμένα πρόσωπα, έδωσε με επίσημες διαδικασίες το όνομά τους σε ένα δρόμο (όπως, παραδείγματος χάριν, η οδός Λούβαρη που πήρε το όνομα της από κάτοικο της συνοικίας, γνωστό για την προσφορά του στην ανέγερση της εκκλησίας της αγίας Μαρίνας). Τα ονόματα αυτά τόσο των δρόμων, όσο και των στάσεων της λεωφορειακής γραμμής βρίσκονται ακόμη σε πλήρη λειτουργία. Μέσα στην καθημερινή τους χρήση οι ονοματοθεσίες αυτές των περιοχών της συνοικίας λειτουργούν ως θύλακες ιστορικής μνήμης της περιοχής και ως δίαυλοι επικοινωνίας με το παρελθόν, καθώς αποτυπώνουν και μεταφέρουν ανακλητικά τις παρελθούσες οικονομικές, κοινωνικές και παραγωγικές λειτουργίες του χώρου στο παρόν.
Για τους κατοίκους της συνοικίας, ιδιαίτερα για τους παλαιότερους, ο χώρος δεν εκλαμβάνεται ως ένα ουδέτερο σκηνικό που περιβάλλει τις δραστηριότητές τους, αλλά αντίθετα έχει πλούσιο περιεχόμενο. Ο χώρος, ως πλαίσιο, και η σημασία του έχουν αλληλοσυμπληρωματικό χαρακτήρα και το ένα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το άλλο. Ο ερευνητής, λοιπόν, που θα θελήσει να μελετήσει το χωρικό σύστημα της πόλης εκτός από τη γεωγραφία του περιβάλλοντος θα χρειαστεί να ενσκύψει στο κοινωνικό νόημα των δρόμων και στους παράγοντες που προσδιόρισαν την ιεραρχική τους θέση μέσα στο οικιστικό σύστημα της πόλης.
Αν από τη μια μεριά, την καλύτερη εποπτεία του οδικού συστήματος και των διασυνδέσεων των δρόμων μπορεί κάποιος να την αποκτήσει κοιτάζοντας στο χάρτη, από την άλλη μεριά, η σημασία των δρόμων δε βρίσκεται στο χάρτη, αλλά αναδύεται μέσα από την καθημερινή πρακτική των κατοίκων. Οι δρόμοι, παρά την εξωτερική ομοιότητά τους, διαφοροποιούνται μέσα στη συνείδηση των κατοίκων και ταξινομούνται ανάλογα την κοινωνική, οικονομική, επικοινωνιακή τους χρηστικότητα ή την πολιτισμική τους σπουδαιότητα.
Έτσι, στη συνοικία της Αγίας Μαρίνας υπάρχουν οι δρόμοι της αγοράς και του εμπορίου, οι δρόμοι εισόδου στη συνοικία και εξόδου από αυτήν, υπάρχουν οι δρόμοι που ακολουθεί η λιτανεία στο πανηγύρι της Αγίας Μαρίνας, οι δρόμοι του εμπορικού πανηγυριού που συνοδεύει το θρησκευτικό πανηγύρι της συνοικίας, οι δρόμοι που ακολουθεί ο Επιτάφιος, οι δρόμοι της λαϊκής αγοράς του Σαββάτου.
Ακόμη, υπάρχουν οι δρόμοι που συνήθως πλημμυρίζουν με τις βροχές ή οι δρόμοι που γλιστρούν με την παγωνιά, οι δρόμοι που το χειμώνα τα παγωμένα ρεύματα του αέρα, όταν κατεβαίνουν από τον Υμηττό, τους χτυπούν περισσότερο, και οι δρόμοι που προσφέρουν δροσιά το καλοκαίρι, οι δρόμοι με φασαρία, με κίνηση και οι δρόμοι με περισσότερη ησυχία, οι δρόμοι που κάποιες συγκεκριμένες ώρες έχουν κυκλοφοριακή συμφόρηση και οι δρόμοι που είναι μονόδρομοι ή αδιέξοδοι. Και τέλος, οι «προσωπικοί» δρόμοι που ακολουθεί ο καθένας για τα ψώνια του, για την εκκλησία, για να φτάσει μέχρι τη στάση του λεωφορείου, για να πάει στη δουλειά του. Όλοι αυτοί οι δρόμοι υφαίνουν ένα πλέγμα σημασιών στον ιστό του οποίου συγκροτείται η κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ζωή της συνοικίας.
Διαφοροποιήσεις και ιεραρχήσεις δε γνωρίζουν μόνο οι δρόμοι μεταξύ τους, αλλά και τα επιμέρους τμήματα ενός δρόμου. Υπάρχουν τμήματα που ο διαβάτης τα περνάει γρήγορα, αλλά υπάρχουν και τμήματα που στέκεται σε αυτά και αναστοχάζεται. Υπάρχουν τμήματα δρόμων στα οποία έχουν συμβεί κατά καιρούς ή συμβαίνουν, επαναληπτικά, γεγονότα που μένουν στη συλλογική μνήμη της συνοικίας.
Τελικά, ο κάτοικος δε βιώνει την πόλη μόνο συλλογικά. Τη βιώνει και εξατομικευμένα με δύο τρόπους, στη βάση κοινών εμπειριών που όμως κάποιες φορές ερμηνεύονται διαφορετικά από το κάθε μέλος της ομάδας και στη βάση ατομικών εμπειριών που δίνουν ένα αυστηρά προσωπικό νόημα στο χώρο. Από τις παραπάνω εμπειρίες της πόλης προκύπτει μια πολυσύνθετη και πολλαπλή πόλη. Η πολλαπλότητά της δεν πηγάζει μόνο από το πλήθος των λειτουργιών των χώρων της, αλλά και από την πολλαπλότητα της «ανάγνωσής» της.
(Συνεχίζεται)