Τα Αντισυμβατικά
Η «αγανάκτηση» της μάνας.
-Άννα, που είναι ο Αλέξανδρος;
-Δεν ξέρεις πού είναι; Στο μάθημα.
-Μα, είναι απόγευμα.
-Ε, και; Μόλις ξυπνήσει αρχίζει το μάθημα. Πρώτη ώρα, Ζωή, δεύτερη Ζωή, τρίτη Ζωή και πάει λέγοντας, μέχρι που να κοιμηθεί. Αν κοιμηθεί… Δεν λένε να ξεκολλήσουν…
Αχ, βρε Άννα.
«Ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα το στόμα σου φύτεψε».
Τι ωραία! Μιλούν, ερωτεύονται και απιδρομούν και παίζουν, τρελαίνονται, αλλά ζουν. Αυτά είναι τα νιάτα, γεμάτα πνοή, με μια πυράδα καψουριάς, υπόδουλοι στον έρωτα, στη ζωή.
Αγνοούν ή μας αγνοούν-και καλά κάνουν-και δεν οπισθοδρομούν, να μπουν σε σύγκριση, με το τότε, το παλιό, το απολιθωμένο και οπωσδήποτε πονηρό. Ατόφιες, απονήρευτες, ζεστές και λουλουδένιες σχέσεις.
« η μια ψυχή ψάχνει την άλλη
την ώρα που ρέει ο πόθος
σαν κρασί σε χρυσοκέντητο βενετσιάνικο ποτήρι». Γιάννης Ρίτσος
Και μας γράφουν! Για τα καλά. Και καλά κάνουν.
Από τη μια οι νέοι. «Όμορφος κόσμος ηθικός αγγελικά πλασμένος».
Από την άλλη, εμείς. «Τα Τέμπη».
«Κύριε, όχι μ’ αυτούς. Ας γίνει αλλιώς το θέλημά σου».
Κίτσος ο Αντισυμβατικός