Επιτυχημένο το αφιέρωμα στον Δ.Σαββόπουλο απο την Πλατεία Τέχνης (βίντεο)
Μια ακόμη επιτυχημένη εκδήλωση από την Πλατεία Τέχνης, έλαβε χώρα χτες βράδυ στο προαύλιο των γραφείων της, εγκαινιάζοντας και τις υπαίθριες εκδηλώσεις του πολιτιστικού φορέα. Το συγκρότημα, η χορωδία και η συγγραφική ομάδα της Πλατείας Τέχνης, επιμελήθηκαν της εκδήλωσης, που ήταν αφιερωμένη στον Δ.Σαββόπουλο, παρουσιάζοντας 15 από τα σημαντικότερα τραγούδια του εμβληματικού τραγουδοποιού, τα οποία συνεπήραν τους παραβρισκόμενους. Και επειδή το όνομα Σαββόπουλος προκαλεί συζητήσεις και ανάμεικτα συναισθήματα, επιλέγουμε να παραθέσουμε εδώ τα κείμενα που διαβάστηκαν στην εκδήλωση.
Το πρώτο το έγραψε η Ιφιγένεια Παπαγιάννη:
««Πως με κατάντησε η αγάπη»… «…πρώτη μου σκέψη όταν ξυπνήσω και τελευταία πριν κοιμηθώ, απ’ το σημάδι σου ποτέ μη γιατρευτώ»…
«…κι ήσουν φως μου, κατακόκκινη νιφάδα σε γιορτή που δεν ξανάδα στη ζωή μου τη σκυφτή…»
Ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο τραγουδοποιός ο ρομαντικός, ο ερωτικός, αυτός είναι που με αφορά, αυτός με συγκινεί. Ο Σαββόπουλος, ο στοχαστικός, άλλοτε τρυφερός, άλλοτε εκρηκτικός. Σ’ αυτόν τον συνεπή Σαββόπουλο θέλω να αναφερθώ! Αυτόν ακολουθώ, αυτόν επιλέγω να θυμάμαι! Ένας ευαίσθητος αφηγητής και συνάμα διαχυτικός.. ένας διεισδυτικός αλλά κ εξαίσιος παραμυθάς…ένας σπουδαίος τροβαδούρος…
Ύμνησε τον έρωτα, τον πόθο, την προδοσία, τον φόβο, την απελπισία, το πάθος, την αγάπη, τις αδυναμίες, τους εθισμούς, τις διαψεύσεις, τη φύση, τις μυρωδιές, τις εποχές του χρόνου, χωρίς περίσσιο βάρος, χωρίς στόμφους, χωρίς φτιασιδώματα δημιουργώντας εικόνες που άλλοτε μας κάνει να χαμογελάμε και άλλοτε να κοκκινίζουμε.
Εικόνες και κόσμοι που σχηματίζονται γλαφυρά από τις λέξεις του…λες και μπορείς να μυρίσεις τη «φέτα καρπουζιού στο χέρι», … λες και δροσίζεσαι «με τον ρόγχο του air–condition μεσημέρι καλοκαιριού με μισόκλειστες τις γρίλιες» …. λες και ακούς «τη βροχή και τη μπόρα που έρχεται» … λες και νιώθεις «την παγωνιά και ρίχνεις στα πόδια μας ζεστή μια θερμοφόρα»…
Στα τραγούδια του οπτικοποιούνται τα στοιχεία της φύσης αγκαλιά με τον έρωτα και την απελπισία, τον πόθο με τις ματαιώσεις και τις εξάρσεις του. Οι κυκλοθυμίες του έρωτα βαδίζουν αντάμα με τις αλλαγές των εποχών. Εκείνος γίνεται σύννεφο, αέρας, βροχή…. χάνεται… και όταν η Άνοιξη έρχεται, αυτός ξαναβρίσκεται. Όπως λέει και ο Σαββόπουλος…. « ..Μα όταν θα ‘ρθει η Άνοιξη, θα ‘σαι πάλι δικιά μου, Συννεφούλα…». Ο έρωτας κάνει κύκλους, τελειώνει και ξαναρχίζει και μαθαίνουμε να ελπίζουμε ξανά μέσα από τα τραγούδια του.
Η Μούσα που ύμνησε …η Γυναίκα….. «φιλημένη μες τους κινηματογράφους», «βαμμένη μέσα στην αγάπη», «μούσα Καρβουναρού, θράκα του πυρωμένη».. «και τους κοιτάει ο χάρος και του τρέχουνε τα σάλια» και ΠΑΝΤΑ την τραγουδάει μ ένα γρέζι στη φωνή…και ΠΑΝΤΑ γίνεται μέρος της ζωής που νικά τον θάνατο…
Όσο, βέβαια, και αν έχει επέλθει η απομάγευση του Σαββόπουλου μέσα από τις αντιφάσεις του αναφορικά με την πολιτική του πλευρά, ωστόσο θα κρατώ ως το σημαντικότερο νόημα από τους στίχους του (ακόμη και αν εκείνος δεν το πιστεύει πια) ότι ΠΑΝΤΑ οι πλατείες και οι συγκεντρώσεις θα «αγκαλιάζονται» και θα πλαισιώνονται από έναν σφοδρό έρωτα και… έτσι και ΜΟΝΟ ΕΤΣΙ όλες οι ανατροπές θα είναι «συνειδητές» και «εφικτές».»
Και το δεύτερο γράφτηκε από την Κατερίνα Σουλελέ:
«Πολλά πράγματα θυμίζουν Ζακ Πρεβέρ, Χριστιανόπουλο, Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Μπρασένς ή Ρωμανό Μελωδό.
Σε όλα αυτά προστίθεται η προσωπική μου ομιλία – το μεράκι μου να πούμε – κι έτσι κάπως με χίλιους επηρεασμούς, φτιάχνεται το καινούριο τραγούδι. Είναι ζεστό, οικείο, ολοζώντανο.
Έχει ένα κόμπο χαρά κι ένα κόμπο θλίψη.
Πολλή πίστη και πολλή ελπίδα.
Είναι τόσο μικρό ώστε να χωράει ένα φιλί και τόσο μεγάλο ώστε να χωράει μια επανάσταση.»
Μ’ αυτά τα λόγια περιγράφει τη μουσική του, ο ίδιος ο Σαββόπουλος, στον «Ταχυδρόμο», ακριβώς εξήντα Απρίληδες πριν.
Κι εμείς δεν έχουμε παρά να τον πιστέψουμε. Τα 60 χρόνια που μεσολάβησαν, τον έβγαλαν αληθινό. Αληθινό ως προς τις υποσχέσεις του. Ψεύτη ως προς τις προσδοκίες μας. Ελάχιστα πράγματα μένουν αναλλοίωτα στο χρόνο και ο Σαββόπουλος δεν είναι ένα από αυτά. Όπως κι ο άνθρωπος δεν είναι ένα από αυτά. Τα πράγματα αλλοιώνονται. Είναι φθαρτά. Οι ιδέες έχουν μεγαλύτερη αντοχή.
Κι όποιος στοχεύει στο «μεγάλο, το ωραίο και το συγκλονιστικό», κάποια στιγμή στη διαδρομή του, θα συμπορευτεί με το Σαββόπουλο, τους στίχους του, τα νταούλια του και την πολυχρωμία του. Μόνο που δε θα τον ακολουθήσει ως το σήμερα.
Για άλλους οι δρόμοι τους χώρισαν με το Σαββόπουλο το ’89 με το «Κούρεμα».
Για άλλους το ’94, με αφορμή το στίχο: «κι εμείς που αριστερίσαμε ποιο τάχα ήταν το λάθος;»
Για άλλους, δέκα χρόνια μετά, με την Ολυμπιάδα, τον εθελοντισμό, το τραγούδι για τη Γιάννα, την τούρτα στο Ηρώδειο.
Το να εντοπίσουμε πότε τα σπάσαμε μαζί του είναι το εύκολο. Το δύσκολο είναι να θυμηθούμε πότε πρωτοσυναντηθήκαμε. Γιατί για κάποιους από εμάς ο Σαββόπουλος ήταν πάντα εκεί.
Περαστικός από το Παρίσι, το Μάη του ’68, βλέπει μια αφίσα με τον Τσε, εμπνέεται και γράφει την «Ωδή στο Γεώργιο Καραϊσκάκη». Με αυτόν τον τίτλο, το τραγούδι περνάει από τη λογοκρισία και εγκαθίσταται μια για πάντα στις σχολικές γιορτές για την 25η Μαρτίου. Έτσι, πριν καλά καλά τον ψάξουμε εμείς, μας είχε βρει εκείνος.
Όσο να’ ναι, δεν ήμασταν ποτέ έτοιμοι για έναν τύπο με τιράντες και γυαλιά, που προσγειώθηκε στη ζωή μας, καβάλα σ’ ένα αερόστατο, όπως τότε στο ΟΑΚΑ, και μας έβαλε ν’ ακούσουμε το «Δημοσθένους Λέξις».
Πώς θα γινόταν να ήμασταν έτοιμοι, από τον ίδιο τύπο, να ακούσουμε ότι «οι πρόσφυγες και οι τοξικοεξαρτημένοι θα πρέπει να μεταφερθούν σε αραιοκατοικημένα νησιά»;
Ο Νιόνιος που μας έμαθε να «τραγουδάμε με φωνές ηλεκτρικές», να βάζουμε «στα ρούχα μας και στα όργανα φωτιά», δε γίνεται η μόνη λέξη που βρήκε να κάνει ομοιοκαταληξία με τους «επαναστάτες» να είναι οι «αυταπάτες».
Πόσο έτρεχε αυτό το «φορτηγό» που μας ξεκίνησε με «τον αγώνα του συντρόφου, την αγωνία αυτού του τόπου για ζωή,
[…] τους εργάτες […] και τα πλακάτ» και μας έφτασε στα «όλοι μαζί μπορούμε» και «όλοι μαζί τα φάγαμε»;
Ας συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε. Κι ας βάλει ο καθένας τη διαχωριστική γραμμή εκεί που αισθάνεται λιγότερο πληγωμένος. Άλλωστε είναι ο Σαββόπουλος του 2025 που ίσως «τη θέλει πολύ αυτή τη συγχώρεση, αλλά δεν ξέρει ακόμα πώς να τη ζητήσει».
Δείτε στο βίντεο αποσπάσματα της εκδήλωσης: