Αρχαία ευρήματα στην περιοχή της Ηλιούπολης

H ύπαρξη ενός μικρού ανοιχτού-ανοχύρωτου οικισμού, από την Κλασσική Περίοδο (500-338 π.Χ.), στη περιοχή όπου βρίσκεται σήμερα ο Δήμος Ηλιούπολης πρέπει να θεωρείται βέβαιη. Ο οικισμός εκτιμάται ότι βρίσκονταν στην περιοχή του σημερινού Αγίου Νικολάου, όπου επί Τουρκοκρατίας υπήρχε το «τσιφλίκι Καρά».

To 1819 ο άγγλος περιηγητής E. Dodwell αναφέρει ότι «επισκέφτηκε το χωριό ΠαλαιοΚαρά που ήταν μετόχι του μοναστηριού Καρέα, όπου παρατήρησε αξιόλογα ίχνη αρχαίων τοίχων και κτισμάτων τα οποία αποτελούσαν πιθανώς τα απομεινάρια ενός Δήμου, δυόμιση μίλια νότια της Αθήνας». 

Όμως όπως αναφέρει ο Α. Milchhöefer που επισκέφθηκε το 1883 την ίδια περιοχή: «…Σήμερα έχει μόνο πολλούς τάφους από το περιεχόμενο των οποίων ο σημερινός ιδιοκτήτης (Αλέξ. Σκουζές) και ακόμη περισσότερο, ο πρώην ιδιοκτήτης, ο Ναύαρχος Ι. Σωτηριάδης, έχουν κάνει ενδιαφέρουσες συλλογές»… (βλ. A. Milchhöefer – J. A. Kaupert, «Karten von Attica»,1883).

Στο «Ετήσιο Δελτίο της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Αθήνα» το 1947, ο F. H. Stubbings αναφέρεται ανάμεσα σε διάφορα άλλα τυχαία ευρήματα Μυκηναϊκής κεραμικής στην Αττική και σε δύο αγγεία από την περιοχή Καρά: «…Είναι ένα βαθύ κύπελλο και ένα δοχείο ανάμιξης με επίπεδη κορυφή, τα οποία πιθανώς είναι από έναν τάφο…».

Στον «Άτλαντα των Μυκηναϊκών Τοποθεσιών», ο R. Hope Simpson αναφέρει ότι τα μυκηναϊκής εποχής αγγεία, βρέθηκαν (ενδεχομένως σε τάφο) επί της δυτικής πλευράς του Υμηττού, στην περιοχή του Προφήτη Ηλία της σημερινής Ηλιούπολης.

Σύμφωνα με την μελέτη «Αττική: οικιστικά στοιχεία – πρώτη έκθεση» (1972) των Μ. Πετροπουλάκου και Ε. Πεντάζου, στη θέση Καρά, σημερινή Ηλιούπολη, βρέθηκαν δύο αγγεία της Υστεροελλαδικής Εποχής ΙΙ.

Όπως αναφέρει ο αρχαιολόγος Κωνσταντίνος Συριόπουλος στο έργο του «Προϊστορική κατοίκησις της Ελλάδος» (1968), στο Ashmolean Museum της Οξφόρδης βρίσκονται δύο αγγεία της Υστεροελλαδικής εποχής ΙΙ, από τη θέση Καρά, σημερινή Ηλιούπολη. Είναι πολύ πιθανόν τα αγγεία αυτά να είναι τα ίδια τα οποία αναφέρει ο F. H. Stubbins το 1947 και να προέρχονταν από τις συλλογές του Αλέξ. Σκουζέ ή του Ι. Σωτηριάδη, στις οποίες αναφέρεται ο Milchhöefer, το 1883

Αναφορές σε «Αρχαιολογικά Δελτία»

Σε μία σειρά «Αρχαιολογικά Δελτία», υπάρχουν αναφορές για νεότερα ευρήματα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος στη περιοχή του σημερινού Δήμου Ηλιούπολης.

Όπως αναφέρει ο αρχαιολόγος Βασ. Καλλιπολίτης (Αρχαιολογικό Δελτίο 1964), βρέθηκε:

*Μαρμάρινη λήκυθος, ύψους 0,60μ «φέρουσα ανάγλυφο παράσταση δεξιώσεως γενειοφόρου ανδρός καθήμενου και γυναικός ισταμένης». Πάνω από τα κεφάλια τους υπήρχαν οι επιγραφές «ΕΥΦΡΟΝΙΟΣ – ΑΡΙΣΤΑΙΧΜΗ».

*Μαρμάρινη λήκυθος, κομμένη κάθετα, ύψους 0,60μ χωρίς βάση και λαιμό, με ανάγλυφη παράσταση, όπου σώζονται δύο όρθιες μορφές προς τα δεξιά, άνδρας και γυναίκα, καθώς και η επιγραφή «ΠΟΡΦΥ _ _ _».

Στο «Αρχαιολογικό Δελτίο» του 1926, από τον αρχαιολόγο Νικόλαο Κυπαρίσση αναφέρεται ότι:

«…στον νέον συνοικισμόν Ηλιουπόλεως βρέθηκε: Μαρμάρινη κεφαλή γενειοφόρου ανδρός, ύψους 0,22μ «ανήκουσα προφανώς εις σύμπλεγμα επιτυμβίου λίαν εκτύπου αναγλύφου.

Μαρμάρινη κεφαλή γυναικός, «λίαν εκτύπου επιτυμβίου αναγλύφου» ανήκουσα προφανώς στο ίδιο σύμπλεγμα ύψους 0,22μ. Η επεξεργασία και των δύο κεφαλών «είναι τραχεία και ουχί επιμελημένη.

Επιτύμβια μαρμάρινη λήκυθος, ύψους 1,20μ σε άριστη κατάσταση και με «τέχνης καλής» παραστάσεις πάνω σ’ αυτήν. Φέρει «επί της κοιλίας, εντός κοιλώματος δια-γραφομένου υπό δύο ευθειών εντόμων», παράσταση τριών όρθιων μορφών: στη μέση, ένας γέροντας γενειοφόρος, όρθιος χαιρετίζει με το δεξί του χέρι ένα νέο που στέκεται απέναντί του, ενώ πίσω από τον γέροντα στέκεται όρθια μια ακόμα νεαρά μορφή. Στην λήκυθο «παραδόξως δεν διέκρινα ίχνη επιγραφών.

Επιτύμβια μαρμάρινη λήκυθος, ύψους 0,76μ σπασμένη στην βάση και στον λαιμό. Φέρει παράσταση τριών προσώπων: στην μέση, γέροντας γενειοφόρος, όρθιος, χαιρετίζει με το δεξί χέρι έναν καθισμένο απέναντί του γέροντα, ενώ πίσω του στέκεται ένας νέος. Πάνω από την μεσαία μορφή υπάρχει η επιγραφή «ΙΕΡΟΦΩΝ» και πάνω από την τρίτη μορφή, η επιγραφή «ΑΡΕΣΙΑΣ».

Όπως αναφέρει ο αρχαιολόγος Βασ. Κυπαρίσσης, όλα τα προαναφερόμενα ευρήματα μεταφέρθηκαν από αυτόν στη «Συλλογή Θησείου»

Παρουσία στρατιωτών του Πτολεμαίου Β’

Κατά τη διάρκεια του Χρεμωνίδειου Πολέμου (266-263 π.Χ.) είναι βέβαιο ότι έφτασαν μέχρι τη σημερινή Ηλιούπολη, στρατιώτες του Πτολεμαίου Β’ της Αιγύπτου. Αυτό συνάγεται από ένα πλήθος ευρημάτων, τα οποία αναφέρονται σε κείμενο της αρχαιολόγου Ειρήνης Βαρούχα-Χριστοδουλοπούλου (1954).

Μεταξύ των ευρημάτων υπάρχουν χρυσά, αργυρά και χάλκινα νομίσματα, βέλη, βλήματα σφενδονών, αμφορείς, ακόμη και μία επιτύμβια στήλη με το όνομα: «ΑΡΤΑΣΤΙΣ» (πιθανώς Πέρση μισθοφόρου).

Πτολεμαϊκά νομίσματα στην Ηλιούπολη

Στην Ηλιούπολη το 1943 αναφέρθηκε η ανεύρεση τριών χρυσών νομισμάτων, ενώ είχε διαδοθεί τότε ότι είχαν βρεθεί πολύ περισσότερα…

Ένα από αυτά, του 4ου π.Χ. αιώνα (στατήρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου) και δύο της εποχής του Πτολεμαίου Β’ (271-263 π.Χ.) διοχετεύτηκαν σε ιδιωτικές συλλογές.

Επίσης βρέθηκε ένα αργυρό νόμισμα της εποχής του Πτολεμαίου Α’ (306-285 π.Χ.). Ακόμη, βρέθηκαν 45 χάλκινα νομίσματα της εποχής του Πτολεμαίου Β’ και 5 της εποχής του Πτολεμαίου Α’.

Εύρημα Πτολεμαϊκών χάλκινων νομισμάτων στην Ηλιούπολη, αναφέρθηκε το 1941. Όμως τα περισσότερα από αυτά βρέθηκαν όπως και τα χρυσά, το 1943, σε μικρό βάθος και σε μια περιορισμένη σχετικά έκταση διαμέτρου 500μ περίπου. Ήταν γνωστά στα παιδιά της περιοχής ως «πουλάκια», λόγω του αετού με ανοιγμένα τα φτερά που απεικονίζονταν σε αυτά.

Τα περισσότερα από τα 100 περίπου όμοια χάλκινα νομίσματα που βρέθηκαν στην περιοχή της Ηλιούπολης, περιήλθαν στο Νομισματικό Μουσείο από δωρεές ιδιωτών, μερικά δε από αυτά, από αγορά. «…Όμοια χάλκινα νομίσματα ανευρίσκονται ακόμα και περιέρχονται στην κατοχή ιδιωτών ή στα χέρια μικρών παιδιών…» αναφέρει το 1954 η αρχαιολόγος Ειρ. Βαρούχα. Επίσης από την ίδια προέρχεται η πληροφορία ότι ένα Πτολεμαϊκό χάλκινο νόμισμα, βρέθηκε κατά την διάνοιξη οδού στην δυτική πλαγιά του λόφου του Αγίου Κωνσταντίνου.

Από την ομοιομορφία κατά το μεγαλύτερο μέρος των τύπων και του μεγέθους των Πτολεμαϊκών νομισμάτων και από την ομοιότητα των συνθηκών κάτω από τις οποίες βρέθηκαν δεν γεννάται αμφιβολία, κατά την αρχαιολόγο Ειρ.Βαρούχα ότι: «πρόκειται περί της πληρωμής εις το είδος τούτο των στρατιωτών του Πατρόκλου».

Είναι αξιοσημείωτο, επίσης ότι: «…εξ ουδεμίας ανασκαφής της κυρίως Ελλάδας προέρχονται όμοια νομίσματα… πλην των περιοχών εις τας οποίας εστάθμευσαν στρατεύματα Αιγυπτιακά…».


Πάνος Τότσικας, Αρχιτέκτονας, Ερευνητής Τοπικής Ιστορίας

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *