Η κοινωνική συγκρότηση της Αγίας Μαρίνας. Η εγκατάσταση στη συνοικία

Επιλεγμένα αποσπάσματα σε συνέχειες από την τροποποιημένη μονογραφία (διδακτορική διατριβή) του Γιώργου Βοζίκα: «Η συνοικία της Αγίας Μαρίνας στην Ηλιούπολη και το πανηγύρι της. Η καθημερινή ζωή και ταυτότητα της πόλης», Αθήνα, 2009.

Τρεις ήταν οι κύριοι παράγοντες, οι οποίοι, διαμορφώνοντας στην εξέλιξη ένα σύνθετο πλέγμα, επέδρασαν στην οικιστική και κοινωνική συγκρότηση της περιοχής της Αγίας Μαρίνας: η διαμόρφωση του εδάφους της περιοχής, η υφιστάμενη εμπορευματική λογική της αγοράς μαζί με τις οικονομικές δυνατότητες των υποψήφιων αγοραστών και, τέλος, οι πολιτισμικές αξίες των οικιστών. Η μελέτη της διαδικασίας μέσα από την οποία οι παράγοντες αυτοί επέδρασαν στην επιλογή της συγκεκριμένης περιοχής προκειμένου να εγκατασταθούν, στην αγορά του οικοπέδου τους και στην κατασκευή του σπιτιού τους μας διαφωτίζει, επί της ουσίας, για τους ίδιους τους οικιστές και μας αναδεικνύει τις ανησυχίες των κατοίκων στην πόλη, τις κοινωνικές τους σχέσεις καθώς και τις πολιτισμικές τους αξίες.

 

Η επιλογή του τόπου

Η επιλογή της εγκατάστασης στην Ηλιούπολη είναι μια σύνθετη διαδικασία, στην οποία ορθολογικά κριτήρια εμπλέκονται με αξίες της αγροτικής παραδοσιακής κοινότητας. Ο εσωτερικός μετανάστης από τη στιγμή της μετάβασής του στην πόλη έχει να αντιμετωπίσει την απουσία των σταθερών πάνω στις οποίες ήταν δομημένη η ύπαρξή του αλλά και η συγκρότηση της αγροτικής κοινότητας, μέσα στην οποία ήταν έως πριν λίγο ενταγμένος. Μέσα σε αυτό το νέο περιβάλλον καλείται να βρει τρόπους, για να αντιμετωπίσει τη διαμορφωμένη κατάσταση, προκειμένου να προσαρμοστεί επιτυχώς στις καινούργιες για αυτόν κοινωνικές συνθήκες.

Μία από τις στρατηγικές τις οποίες χρησιμοποίησε προκειμένου να υπερκεράσει το πρόβλημα του άγνωστου και αφιλόξενου χωρικού και κοινωνικού περιβάλλοντος της πόλης και να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις προκλήσεις της ήταν η επίκληση του κοινού τόπου καταγωγής. Αναζητώντας να καλύψει το κενό της αγροτικής κοινότητας προσπάθησε, σε ένα συμβολικό επίπεδο, να κατασκευάσει εδώ, στην πόλη, την κοινότητα που άφησε στο χωριό και με αυτό τον τρόπο να προσοικειωθεί το χώρο. Προτιμά την Ηλιούπολη γιατί, εκτός των άλλων, στην περιοχή αυτή έχουν ήδη αγοράσει οικόπεδο ή εγκατασταθεί συντοπίτες του και συγγενείς του.

Οι υποψήφιοι κάτοικοι της συνοικίας της Αγίας Μαρίνας συνήθως αγοράζουν ένα οικόπεδο κοντά, κάποιες φορές δίπλα, στο συγγενή τους, είτε γιατί εκείνο τους υπέδειξε ότι πωλείται είτε γιατί θέλουν, για διάφορους λόγους, να βρίσκονται κοντά στο συγγενή τους. Έτσι πολύ συχνά μπορεί να δει κάποιος στον ίδιο δρόμο, στο ίδιο τετράγωνο της συνοικίας ή κάποιες φορές δίπλα-δίπλα να μένουν συγγενείς, αδέρφια, ξαδέρφια, θείοι κ.λπ. Για τη συνοικία της Αγίας Μαρίνας χαρακτηριστικές περιπτώσεις χρησιμοποίησης της τοπικότητας ως στρατηγικής ένταξης στην πόλη αποτελούν οι καταγόμενοι από την Ελευθέριανη και την Ποκίστα της Ορεινής Ναυπακτίας, από τον Εμπεσό Αιτωλοακαρνανίας, από το Τριαντάρο της Τήνου κ.ά., οι οποίοι συγκροτούν σχετικά συμπαγείς ομάδες μέσα στη συνοικία.

Παράδειγμα ακραίου συνδυασμού της τοπικότητας με τη συγγένεια, το οποίο μας επιτρέπει πλέον να μιλάμε για μια, κατά κάποιον τρόπο, αυτούσια μεταφορά της κοινότητας στην πόλη, είναι η κατοίκηση των Ελευθεριανιτών. Από την πρώτη στιγμή της εγκατάστασής τους οι χωριανοί προέταξαν ως κύρια στρατηγική για την αποτελεσματική ένταξή τους στην πόλη την έννοια της αλληλεγγύης, η οποία στηριζόταν στη βάση της τοπικότητας και της συγγένειας. Ο τρόπος με τον οποίο μεταναστεύουν και εγκαθίστανται στην Ηλιούπολη θυμίζει έντονα την κατοίκηση των αγροτικών κοινοτήτων, στις οποίες οι μαχαλάδες συγκροτούνται με βάση τη συγγένεια. Ο ένας συγγενής προτρέπει και βοηθά τον άλλο που πρόκειται να μεταναστεύσει, να εγκατασταθεί στην Ηλιούπολη και να αγοράσει ένα οικόπεδο στη συγκεκριμένη περιοχή. Αντίστοιχα οι νεοφερμένοι από το χωριό προτιμούν την ασφάλεια των συγχωριανών και συγγενών και επιλέγουν ως τόπο εγκατάστασης εκείνον στον οποίο βρίσκονται ήδη συγχωριανοί και συγγενείς τους. Ο ένας ακολουθεί τον άλλο και όλοι μαζί συγκροτούν την πρακτική της κοινότητας κατά την εγκατάσταση στον αστικό χώρο. Αφηγείται ο Δ.Κ.:

Τα οικόπεδα που αγοράζανε, τα αγοράζανε συγγενειακά. Δηλαδή, ο ένας κοντά στον άλλον σε απόσταση 10-20 μέτρα. Όποιος έφερνε το συγγενή του υπόδειχνε και το κατάλληλο μέρος. Γι’ αυτό και είναι συγγενειακό περίπου. Όταν λέμε σε έναν, στο ύψωμα Χαλικάκι είναι η τάδε οικογένεια, μιλάμε για όλους τους συγγενείς. Παραδείγματος χάριν, εγώ λέγομαι Κ., το δικό μου το συγγένειο είναι εδώ στον Άγιο Κωνσταντίνο. Γύρω-γύρω από τον Άγιο Κωνσταντίνο είναι όλο το δικό μου συγγένειο, οι Κ. Κατά υπόδειξη γίνονταν αυτό. Κι αφού βλέπαμε αυτοί οι πιο παλιοί που ερχόντουσαν το φτιάξαν έτσι, κι εμείς φτιάχναμε το ίδιο σύστημα”.

Το οικόπεδο

Η αγορά ενός οικοπέδου για τα μικρά βαλάντια των οικογενειών που ήρθαν να εγκατασταθούν στην Αγία Μαρίνα ήταν ένας μεγάλος σταθμός στη ζωή τους και έθετε σε εγρήγορση όλα τα μέλη της. Το εγχείρημα ήταν μεγάλο. Οι οικονομικές συνθήκες της εποχής και αντίστοιχα οι οικονομικές δυνατότητες των κατοίκων δεν επιτρέπουν την απευθείας ξεχρέωση του οικοπέδου. Η ξεχρέωση είναι δύσκολη και πολλές φορές, ιδίως όταν είναι προικώο, δεσμεύονται για το σκοπό αυτό ολόκληρες οικογένειες. Και σε αυτή την περίπτωση η άγνοια του όλου πλαισίου λειτουργίας της αγοράς και η έλλειψη εμπιστοσύνης προς τις σχετικές με αυτή διαδικασίες ώθησε πολλούς αγοραστές, να στραφούν στις αξίες και πρακτικές του παραδοσιακού πολιτισμού, όπως αυτές βρίσκονται συγκεντρωμένες στην έννοια της τοπικότητας. Έτσι, από τους δύο υπάρχοντες μεσίτες που διαχειρίζονται τα θεωρούμενα ως οικόπεδα του Νάστου στην Αγία Μαρίνα, απευθύνονται ορισμένοι σε αυτόν που είναι συμπατριώτης τους, θεωρώντας ότι θα τους δώσει κάποιο καλό οικόπεδο ή ότι δε θα τους εξαπατήσει.

Η επιλογή της αγοράς οικοπέδου αντί κάποιου διαμερίσματος σε πολυκατοικία δεν ήταν βασισμένη αποκλειστικά σε ορθολογικά και οικονομικά κριτήρια, αλλά ήταν αποτέλεσμα κυρίως πολιτισμικών ιεραρχήσεων. Αντίστοιχα, τα επιχειρήματα για την αιτιολόγηση της συγκεκριμένης επιλογής, δηλαδή της αγοράς οικοπέδου, αντλούνται περισσότερο από το πολιτισμικό πεδίο παρά από το οικονομικό. Το οικόπεδο είναι φορτισμένο με συμβολισμούς και πρακτικές που συνδέονται με την ύπαιθρο χώρα, την οποία συχνά νοσταλγούν οι νέοι κάτοικοι της πόλης. Συνδέεται με ζητήματα, όπως της επαφής με τη γη, της ιδιωτικότητας, της ελευθερίας, της αυτάρκειας και της αυτονομίας της οικογένειας, όπως και της έννοιας του οικογενειάρχη. Το οικόπεδο εκφράζει την επαφή με τη γη. Το άτομο αισθάνεται να «ακουμπά» στη γη και να «ριζώνει» στο χώρο, αφού το οικόπεδο, στο οποίο είναι κτισμένο το σπίτι του, είναι αποκλειστικά δικό του. Με την αγορά οικοπέδου, όπου πρόκειται να κτιστεί το σπίτι, ξεκινά η διαδικασία ένταξης του ατόμου στο χώρο και θεμελιώνονται μαζί με το κτίσιμο του σπιτιού οι προϋποθέσεις ταύτισης με αυτόν.

Ακόμη, για πολλούς κατοίκους, ένας λόγος που προτίμησαν την αγορά οικοπέδου από την αγορά διαμερίσματος ήταν η δυνατότητα να φτιάξουν κάποιο κήπο στην αυλή και να καλλιεργούν διάφορα χορταρικά και ζαρζαβατικά για το σπίτι τους. «Ήθελα να έχω ένα κήπο κάτω να ασχολούμαι. Μου αρέσει να σκάβω, να κλαδεύω. Μου θυμίζει το χωριό. Μου αρέσει πάρα πολύ», απάντησε καταφατικά η Στέλλα, όταν τη ρώτησα, αν τα χόρτα, τα οποία καθάριζε στην κουζίνα της και προορίζονταν για χορτόπιτα, ήταν από τον κήπο της. Και δεν ήταν η μόνη.

Παρόλα αυτά η σημασία της αγοράς οικοπέδου υποβαθμίζεται, αν τη δούμε ως μια πράξη με αποκλειστικώς φυσιολατρικές αναφορές. Η ύπαρξη του κήπου με τις ντομάτες, τα χορταρικά και τα κρεμμύδια καθώς και η δυνατότητα που αυτός παρέχει στο να συντηρεί κάποιος οικόσιτα ζώα (κότες, κουνέλια, περιστέρια) – και είναι αρκετοί αυτοί στη συνοικία – αισθητοποιεί βαθύτερες τάσεις και νοοτροπίες, αναδεικνύοντας τις συμβολικές κατηγορίες, αγροτικής καταγωγής, με τις οποίες είναι φορτισμένο το οικόπεδο. Μια από τις βασικές κατηγορίες με την οποία είναι στενά συνδεδεμένη η εξ ολοκλήρου κατοχή ενός οικοπέδου είναι η αυτάρκεια που αυτή προσφέρει και η ελευθερία που συνεπάγεται. Η κατοχή του οικοπέδου ουσιαστικά αποτελεί τον θεμέλιο λίθο του αισθήματος της αυτάρκειας που αναζητά ο κάτοικος της Αγίας Μαρίνας, καθώς ο ιδιοκτήτης του ορίζει όπως αυτός θέλει τη χρήση του.

Το οικόπεδο αγοράζεται με την προοπτική να δεχθεί το σπίτι και την οικογένεια, το δε μέγεθος του οικοπέδου που αγοράζουν συνδέεται άμεσα με το προβλεπόμενο μέγεθος της οικογένειας. Δηλαδή, από το ξεκίνημά του είναι ήδη σηματοδοτημένο και με τις αξίες της οικογενειακής ζωής. Η αγορά επομένως του οικοπέδου δε νοείται από τους κατοίκους της Αγίας Μαρίνας απλώς και μόνον ως ένα είδος επένδυσης, αποταμίευσης χρημάτων ή φυσιολατρικών αισθημάτων αλλά, συνδέεται με κοινωνικές πεποιθήσεις για την οικογένεια και για τον επιτυχημένο οικογενειάρχη. Πρόκειται για μια αγορά που προσβλέπει στο παρόν και στο μέλλον δηλώνοντας, παράλληλα, και τις προθέσεις των οικιστών για την πορεία τους στην πόλη. Ο Χ. καταγόμενος από την Αιτωλοακαρνανία αναφέρει:

 

«Άμα ρίξετε μια ματιά απέναντι εδώ, έχουνε κήπο μπροστά στο σπίτι τους. Και τότε, αυτός που ερχότανε εδώ έλεγε, θα πάρω αυτό και θα βάλω μια ντομάτα, θα βάλω μια πιπεριά, θα κάνω και μια παράγκα και θα μείνω εδώ. Δε πήγαινε να κλειστεί μέσα στο διαμέρισμα, διότι, αφότου είπαμε προερχόταν από μια τέτοια ορεινή περιοχή, έσκαγε μέσα στο διαμέρισμα. Με το ίδιο σκεπτικό αγόρασα κι εγώ το δικό μας το οικόπεδο. Θα έχουμε τον κήπο μας μπροστά στο σπίτι μας, θα βγούμε έξω και δε θα περδικλωνόμαστε στις σκάλες με τον άλλο τον οποίο είναι τελείως άγνωστος. Να ξέρουμε ότι είμαστε στο δικό μας το σπίτι. Και με προοπτικές. Με προοπτικές, δηλαδή, τι: πήραμε αυτό το οικόπεδο σήμερα, φτιάξαμε, μείναμε εμείς, αύριο μπορεί κάτι και για τα παιδιά.»

 

Ο Γ., οικοδόμος από την Ευρυτανία, ήρθε το 1965 στην Αθήνα και το 1970 έκτισε το σπίτι του στη συνοικία. Η απόκτηση οικοπέδου και οικοδόμηση σπιτιού σε αυτό ήταν στις προτεραιότητές του.

«Σημαίνει πολύ να είναι ιδιωτικό το οικόπεδο και να μην είναι τα παιδιά σε διαμέρισμα. Γιατί εγώ είμαι οικοδόμος και δούλεψα τα διαμερίσματα. Δεν έχεις δικαίωμα να καρφώσεις μία πρόκα! Άμα κοιμάται ο διπλανός σου, στο διαμέρισμα, και καρφώσεις την πρόκα, να κρεμάσεις το κάδρο, θα σου κάνει παρατήρηση ο δίπλα. Αυτά δε τα ήθελα. Τα έβλεπα. Λέω, τι είναι αυτά; Σπίτια είναι αυτά; Εγώ θέλω ιδιωτικό σπίτι! Να το πάρω το ντουβάρι από εδώ, να το πάω πιο πέρα, άμα δε μου ταιριάζει. […] Αισθάνεσαι ότι εκεί που είσαι, είσαι εσύ ο Γενικός. Είναι όλα δικά σου. Ενώ στο διαμέρισμα, κι όξω απ’ την πόρτα, κι μέσα δεν είναι δικό σου. Όχι όξου, κι μέσα! Δεν μπορείς να μιλήσεις ελεύθερα, δεν μπορείς να τα κάμεις αυτά όλα ελεύθερα […] Αυτοί που αγοράζουν διαμέρισμα, αέρα αγοράζουν!»

 

* Στη φωτογραφία της σημερινής ανάρτησης παρουσιάζεται σπίτι με μικρό κήπο στην Αγία Μαρίνα. Στη θέση του βρίσκεται σήμερα μια πενταόροφη πολυκατοικία (Γιώργος Βοζίκας, 2000).

 

(συνεχίζεται)

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *